«φωτογραφίζοντας τo έργο του μεγαλύτερου φωτογράφου του 20ου αιώνα. Ιεροσυλία? Φυσικά, αλλά δεν κρατήθηκα…… 500+ Φώτος, άπειρο βιογραφικό υλικό, περιοδικά, σκίτσα, και οι τέσσερις ταινίες του Renoir στις οποίες συνεργάστηκε και 3μιση ώρες ορθοστασίας που πέρασαν με μια ανάσα!!!!»
Φωτογραφικό ρεπορτάζ από την αναδρομική έκθεση του HenriCartier–Bressonστη Γαλλία, Galerie 2 – Centre Pompidou, Paris από την Κλειώ Λεούση.
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2014
Ακτή Ελεφαντοστού 1931 Abidjan.
Το ταξίδι του στην Αφρική μπορεί να του
αποκάλυψε κάποιες αξίες της πρωτόγονης
τέχνης, να του παρουσίασε την ανάγκη για λιτή
και μεστή τέχνη, κυρίως όμως τον κάνει να
νιώσει ακόμα μεγαλύτερη αποστροφή για την
εκμετάλλευση των φτωχών από τους
πλούσιους. Βλέπει τα εγκλήματα της γαλλικής
αποικιοκρατίας που ακόμα και μετά από έναν
καταλυτικό πρώτο παγκόσμιο πόλεμο,
συνεχίζονται….
«Πίσω από το σταθμό του Σαιν Λαζάρ, στο Παρίσι, 1932.
Ο Henri Cartier-Bresson ήταν σίγουρα ο καλύτερος φωτογράφος του περασμένου αιώνα, και το περιοδικό Time έκανε ακριβώς αυτή την εικόνα τη «Φωτογραφία του αιώνα».
H πιο εμβληματική Φώτο από την σουρεαλιστική του περίοδο. Με αυτήν ξεκίνησε η θεωρία της “αποφασιστικής στιγμής”.
Αποφασιστική στιγμή:
«Υπάρχει μια στιγμή όπου το μάτι, το μυαλό και η
καρδιά βρίσκονται σε μια ευθεία.
Αυτή είναι η στιγμή που θα μας δώσει μια
φωτογραφία που θα μετρήσει για την υπόλοιπη ζωή
μας».
Η διασημότερη ίσως φωτογραφία του!!!
Όπως θα δηλώσει ο ίδιος, η φωτογραφία δεν είναι σκηνοθετημένη:
«Υπήρχε μια σανίδα από τις επισκευές του φράχτη πίσω από το σταθμό Saint-Lazare. Έτυχε να βρίσκομαι στο σημείο εκείνο με τη μηχανή μου. Εκείνη τη στιγμή της λήψης ο άντρας πήδηξε”
«Η γοητεία μιας φωτογραφίας οφείλεται στην ένταση που γεννάει ο ποιητικός της λόγος» μας λέει ο Μπρεσσόν.
« Ποίηση είναι δυο αντίθετοι πόλοι που βρίσκονται σε σύγκρουση και δημιουργούν ένταση»λέει επίσης.»
Γαλλία 1932 . The Var department. Hyères
Μαδρίτη, Ισπανία, 1933.
«Είναι ψευδαίσθηση ότι οι φωτογραφίες γίνονται
με τη φωτογραφική μηχανή.
Γίνονται με τα μάτια , την καρδιά και το μυαλό.»
Henri Cartier-Bresson
Βαλένθια, Ισπανία, 1933.
Να μια ιδιαίτερη φωτογραφία του HCB που όταν τη δεις δεν την ξεχνάς…
Σουρεαλιστική με την έννοια ότι , όταν την κοιτάξουμε , δεν είμαστε 100% σίγουροι για το τι συμβαίνει.
Η φωτογραφία που τραβήχτηκε στη Βαλένθια της Ισπανίας το 1933 και ο Cartier Bresson, εστιάζει σε ένα αγόρι . Το αγόρι είναι μικρό μέσα στο πλαίσιο. Περπατά κατά μήκος ενός μεγάλου καταθλιπτικού τοίχου, με διάσπαρτο μαύρο χρώμα σε μια επιφάνεια που δείχνει τραχειά. Αγγίζει τον τοίχο με το αριστερό του χέρι κοιτάζοντας ψηλά .
Φοράει λευκά κάτι που κάνει αντίθεση με το μαύρο φόντο και έτσι ξεχωρίζει. Ας φανταστούμε πόσο δύσκολο θα ήταν να το ξεχωρίσουμε αν φορούσε ένα πιο σκούρο χρώμα.
Τα μάτια του το δείχνουν σαν να βρίσκεται σε έκσταση.
Η σκηνή μας κάνει να αναρωτηθούμε για το τι άραγε πραγματικά συμβαίνει .
Από μια συνέντευξη του Bresson μαθαίνουμε ότι το παιδάκι τη στιγμή που έγινε το κλικ είχε πετάξει ψηλά στον αέρα μια μπάλα και την κοιτούσε περιμένωντας να πέσει …
Ο Bresson αφήνοντας τη μπάλα έξω από το κάδρο, μας χάρισε μια μοναδική φωτογραφία.
Ο τοίχος λειτουργεί ως μανιέρα, καμβά, πίνακα ζωγραφικής όπου χαρτογραφείται η συναισθηματική κατάσταση του παιδιού που συμβολίζει τη χαμένη παιδική αθωότητα.
Στιγμιότυπο από την προβολή ταινιών με την προσωπική σφραγίδα της Κλειούς Λεούση.
1934 , Μεξικό , Σάντα Κλάρα, Natcho Aguirre.
Τρία κάδρα στο κάδρο. Στο μεγαλύτερο από τα τρία , ένας άνδρας γυμνός από τη μέση και πάνω με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, δείχνει «σφιγμένος» , σαν να υποφέρει. Το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλιού του δεν φαίνεται .Έτσι αφαιρείται η ατομικότητα και μας κάνει να βλέπουμε τον άνδρα σαν να εκπροσωπεί την εργατική τάξη.
Τα συσσωρευμένα «καλά» παπούτσια δίπλα στον άνθρωπο που φαίνεται να υποφέρει, χαρακτηρίζουν την κατανάλωση της αστικής τάξης . Υπάρχει μια τέλεια ισορροπία στο κάδρο, ενώ οι σκοτεινές γωνίες στο ντουλάπι αριστερά, ισορροπούν με το ανοιχτόχρωμο γκρι τοίχο και το δέρμα του άνδρα.
Πηγή: «Photography the Whole story» της J. Hacking.
1934, Πόλη του Μεξικού. Δυο κάδρα στο κάδρο και ένα τρίτο από τη φωτογράφο μας, βλέμματα δίχως έκπληξη που όμως μιλάνε με τα μάτια και έχουν τόσα να πουν…
1948 Σαγκάη, άνοδος του Μάο. Οι Κινέζοι συνωστίζονται για να αγοράσουν χρυσό.
Το Δεκέμβριο του 1948 το περιοδικό Life έστειλε τον Cartier-Bresson στην Κίνα για να καλύψει φωτογραφικά την ταραχώδη μετάβαση από τη δικτατορία Kuomintang στο μαοϊκό καθεστώς. Το κινέζικο νόμισμα έχανε την αξία του και η κυβέρνηση έδωσε εντολή να διατεθούν από τις τράπεζες σαράντα γραμμάρια χρυσού ανά άτομο.
Άνθρωποι – από όλα τα κοινωνικά στρώματα – έσπευσαν σε όλες τις τράπεζες της πόλης.
Χιλιάδες περίμεναν στην ουρά για ώρες. Η αστυνομία έκανε μόνο συμβολικές χειρονομίες για τη διατήρηση της τάξης. Ορισμένοι έσπρωχναν όσους είχαν πάει εκεί πριν από αυτούς.
Κάποιοι έχασαν τη ζωή τους από ασφυξία από την πίεση του πλήθους. Ο Cartier-Bresson αποτυπώνει στη φωτογραφία το πανδαιμόνιο, την απελπισία των ανθρώπων και την κλειστοφοβία της σκηνής. Κεφάλια και χέρια προβάλουν από τις πιο παράξενες γωνίες.
Φαίνεται σαν ο φωτογράφος – που είναι έξω από το κάδρο –να πιέζει από τα αριστερά για να χωρέσουν όλοι μέσα στο στενό πλαίσιο, ενώ σπρώχνονται προς το κτίριο της τράπεζας που βρίσκεται δεξιά, έξω από τη φωτογραφία.
Λονδίνο, 1938. Πλατεία Trafalgar.
Περιμένοντας τη στέψη του Βασιλιά Γεωργίου του VI.
Ο κόσμος, περίμενε όλη τη νύχτα στην πλατεία Trafalgar, ώστε να μη χάσει κανένα μέρος της τελετής ενθρόνισης του Γεωργίου VI. Κάποιοι όρθιοι, άλλοι καθισμένοι σε εφημερίδες.Το επόμενο πρωί, ένας κύριος που είχε αγρυπνήσει για να δει την τελετή, δεν κατάφερε να ξυπνήσει από το γλυκό ύπνο πάνω στις εφημερίδες.
Η μοναδική και διαφορετική ματιά του HCB άλλαξε τη μέχρι τότε άποψη για το φωτορεπορτάζ.
Ο Μπρεσσόν θα βοηθήσει στη δημιουργία ενός καινούργιου είδους φωτοδημοσιογραφίας.
Δεν φωτογραφίζει αυτά που οι φωτορεπόρτερς συνηθίζουν να φωτογραφίζουν. Δεν φωτογραφίζει τα επίσημα πρόσωπα όπως συνηθίζεται, αλλά απλούς ανθρώπους και συμβάντα που μπορεί να ενδιαφέρουν το «πλατύ αναγνωστικό κοινό».
Πολλοί φωτογράφοι αργότερα θα βαδίσουν στα χνάρια του και θα επηρεαστούν από τη δουλειά του.
Κυριακή: πικνίκ στις όχθες του ποταμού Μάρνη , Γαλλία 1938.
Μία από τις φωτογραφίες που ο Cartier-Bresson πήρε κατά τη διάρκεια της μοναδικής του μισθωτής εργασίας με την παρισινή εφημερίδα, Ce Soir, σαν φόρο τιμής για τη νεοεισαχθείσα μεταρρύθμιση για δύο εβδομάδες καταβαλλόμενες διακοπές στα 1938! Οι συντάκτες του όμως μισούσαν τις μαλθακές πόζες και η εικόνα δεν χρησιμοποιήθηκε στην τελική έκδοση της εφημερίδας.
Η φωτογραφία όμως πέρασε στην ιστορία ως μία λυρική άποψη δύο ζευγαριών που κάνουν πικνίκ στις όχθες του Μάρνη, αφού είναι εμπνευσμένη καθαρά από το έργο των Γάλλων ιμπρεσιονιστών ζωγράφων.
1932. Γαλλία. Μασσαλία. Αλέα Prado.
Δύο άνθρωποι, πολύ χορτάρι. Ισορροπία!
Κανένα από τα στοιχεία της φωτογραφίας δεν επισκιάζει το άλλο.
Το γκαζόν είναι το ίδιο σημαντικό με τους ανθρώπους.
Αυτό γίνεται με το κάδρο (που το καθορίζουν οι 4 γωνίες), με τη φόρμα και με τη σύνθεση
Εδώ η «φόρμα» είναι δυνατή, είναι ζυγισμένη : δεν περισσεύει ούτε λείπει τίποτα.
1945, Ντεσάου, Γερμανία: Τα συντρίμμια της Γερμανίας.
1969 Γαλλία. Πόλη Simiane-la-Rotonde. Διαμέρισμα «Alpes de Haute-Provence».
1967, Ιερουσαλήμ, Hasidic Jews.
1951, Ιταλία, Αμπρούζο, Scanno.
1961 Ελλάδα, Σίφνος.
Περίμενε με τη φωτογραφική του μηχανή. Πέρασε ένας παππάς. Η σκηνή δεν του άρεσε τόσο πολύ. Όταν είδε το κορίτσι, ήταν σίγουρος. Αυτή έπρεπε να είναι η αποφασιστική στιγμή.
1962. Μεξικό. Στην πόλη του Μεξικού.
“Σ’αυτήν κατάφερα κι έβαλα και το κεφάλι μου μέσα….θα τρίζουν τα κόκκαλα του μακαρίτη…..”
Κλειώ Λεούση.
“Έργο μέσα στο έργο = ένα νέο έργο με τη δική σου προσωπική σφραγίδα…
Γιατί να τρίζουν τα κόκκαλα, αφού αυτός ενώ έφυγε, άφησε πίσω έργο που εξακολουθεί να είναι ζωντανό και αθάνατο μέσα στο πέρασμα του χρόνου, γαλουχώντας και τις επόμενες γενιές ανθρώπων. Αυτή άλλωστε είναι η δύναμη και η αξία της αληθινής τέχνης!!!!”
Αναστασία Μπόϊκου.
1954 , Σοβιετική Ένωση, Μόσχα.
Θάνατος του Στάλιν και επιτέλους οι πρώτες φωτογραφίες από την Ρωσία κάνουν την εμφάνιση τους στα δυτικά έντυπα.
Μετά τον Robert Capa που είχε συνοδέψει το 1947 τον αμερικανό συγγραφέα John Steinbeck, ο Μπρεσσόν ήταν ο πρώτος δυτικός φωτογράφος που έπαιρνε άδεια εν μέσω ψυχρού πολέμου για να πραγματοποιήσει ένα ρεπορτάζ στην τότε Σοβιετική ‘Ενωση.
Jean-Paul Sartre, Παρίσι,1946 (τι του βρήκε η Beauvoir ποτέ δεν κατάλαβα!) Κλειώ.
1973, Σοβιετική Ένωση, Ρωσία. Λένινγκραντ.
Ένα πορτρέτο του Λένιν κοσμεί μια πρόσοψη των χειμερινών ανακτόρων.
“Αυτή δεν την είχα ξαναδεί και μου φάνηκε τοοοοσο προφητική με δεδομένο την εποχή που τραβήχτηκε……” Κλειώ
“Πόσο μοντέρνος και μπροστά από την εποχή του είναι!!!!!” Αναστασία.
Μουσουλμάνες γυναίκες στις πλαγιές του Hari Parbal Hill,
προσεύχονται προς τον ήλιο που ανατέλλει πίσω από τα Ιμαλάια.
Η διάσημη φωτογραφία του HCB που η αξία της εκτιμάται σε 12,000$-18,000$.
Ο Bresson φωτογραφίζει τον Matisse.
1944 , Γαλλία, Vence, Πορτραίτο του Henri Matisse, στο σπίτι του. (villa “Le Rêve”).
Παρίσι, Γαλλία 1992 .
Ο Henri Cartier-Bresson ζωγραφίζοντας το δικό του πορτραίτο.
Φωτογραφία της 2ης συζύγου του και φωτογράφου Martine Franck .
Ο Μπρεσσόν δεν ήθελε να φωτογραφίζεται ούτε να τον κινηματογραφούν. Όταν τιμήθηκε από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, το 1975, έκρυψε το πρόσωπό του με ένα φύλλο χαρτιού για να μην φωτογραφηθεί. Παραχωρούσε συνεντεύξεις σπανίως.
Αρνήθηκε να πλασαριστεί στα «Μέσα». Ποτέ δεν εμφανιζόταν στη τηλεόραση παρά τις δελεαστικές οικονομικές προτάσεις που του έγιναν.
Με τα χρόνια, ο Cartier-Bresson πείστηκε και σε μεγάλη ηλικία συμμετείχε σε ένα φιλμ για τη ζωή του. Έδωσε και κάποιες συνεντεύξεις. Σε κάποιες απ’ αυτές σχολιάζει φωτογραφίες του.
«Δεν θέλω να με θυμούνται ούτε
σαν ζωγράφο
ούτε σαν φωτογράφο,
παρά μόνο σαν άνθρωπο»
“Ευχαριστούμε Κλειώ που μας έδωσες την ευκαιρία να ταξιδέψουμε νοερά σε όλον τον κόσμο μέσα από το έργο του Μεγάλου Δασκάλου και να γίνει το Α΄αφιέρωμα στο photoblogaki μας!!!”
Φωτογραφίες: Henri Cartier Bresson & Κλειώ Λεούση.
“Ο πίνακας του Caravaggio που επηρεάστηκα για να βγάλω τη φωτογραφία με τα ρόδια. Δεν με επηρέασε μόνο το θέμα, αλλά προσπάθησα να βγαίνει κάπως και η τεχνοτροπία του chiaroscuro…”
Ναταλία Βασιλείου.
Chiaroscuro(Κιαροσκούρο) in art is the use of strong contrasts between light and dark, usually bold contrasts affecting a whole composition.It is also a technical term used by artists and art historians for the use of contrasts of light to achieve a sense of volume in modelling three-dimensional objects and figures.Similar effects in cinema and photography also are called chiaroscuro.
Παρά το γεγονός ότι συναίνεση δεν υπάρχει για τον ακριβή ορισμό του, η ιστορία της τέχνης χρησιμοποιεί τον όρο για να περιγράψει μια τάση μάλλον αλλά και την τεχνική που την υποβαστάζει: την έντονη αντίθεση φωτός/σκιάς δηλαδή που συναντάμε σε έναν πίνακα, χαρακτικό ή σχέδιο, αλλά και την ίδια τη διαχείριση της σκιάς για να δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση των τρισδιάστατων μορφών.
Το κιαροσκούρο (ο ιταλικός όρος για το «φως και σκιά») είχε βέβαια και συμβολική χροιά: ήταν η θεϊκή προέλευση του φωτός που έκανε τις μορφές να ξεπηδούν από το μαύρο σκοτάδι.
Τα ρόδια έχουν ζωγραφιστεί ως σύμβολα της αιωνιότητας, της βασιλείας και της ανάστασης του Χριστού.
Σύμβολο αφθονίας και γονιμότητας, το πανέμορφο ρόδι καλωσορίζει την καινούρια χρονιά, σκορπίζοντας για γούρι τους σπόρους του στο κατώφλι των σπιτιών μας.
Είναι ο καρπός που δίνει ο Πλούτωνας στην Περσεφόνη για να τη «δέσει» με τον Άδη και το έμβλημα των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το έθαβαν μαζί με τους νεκρούς τους, ενώ αποτελεί ένα από τα τρία «ευλογημένα φρούτα» του Bουδισμού. Χρησιμοποιήθηκε ως διακοσμητικό στοιχείο στο ναό του Σολομώντα και στους μανδύες των ιερέων και αναφέρεται στο Άσμα Ασμάτων στην Παλαιά Διαθήκη. Στην ελληνική παράδοση, είναι σύμβολο γονιμότητας και αιωνιότητας (αν και συνδέεται και με το θάνατο), γι’ αυτό σε γάμους και την Πρωτοχρονιά σπάμε ρόδια. Μάλιστα, έχει δώσει το όνομά του στην ισπανική πόλη Γρανάδα.
A still life (plural still lifes) is a work of art depicting mostly inanimate subject matter, typically commonplace objects which may be either natural (food, flowers, dead animals, plants, rocks, or shells) or man-made (drinking glasses, books, vases, jewelry, coins, pipes, and so on). With origins in the Middle Ages and Ancient Graeco-Roman art, still-life painting emerged as a distinct genre and professional specialization in Western painting by the late 16th century, and has remained significant since then. Still life gives the artist more freedom in the arrangement of elements within a composition than do paintings of other types of subjects such as landscape or portraiture. Early still-life paintings, particularly before 1700, often contained religious and allegorical symbolism relating to the objects depicted. Some modern still life breaks the two-dimensional barrier and employs three-dimensional mixed media, and uses found objects, photography, computer graphics, as well as video and sound.
Still life emerged from the painting of details in larger compositions with subjects, and historically has been often combined with figure subjects, especially in Flemish Baroque painting. The term includes the painting of dead animals, especially game. Live ones are considered animal art, although in practice they were often painted from dead models. The still-life category also shares commonalities with zoological and especially botanical illustration, where there has been considerable overlap among artists. Generally a still life includes a fully depicted background, and puts aesthetic rather than illustrative concerns as primary. Still life occupied the lowest rung of the hierarchy of genres, but still has been extremely popular with buyers. As well as the independent still-life subject, still-life painting encompasses other types of painting with prominent still-life elements, usually symbolic, and “images that rely on a multitude of still-life elements ostensibly to reproduce a ‘slice of life’. The trompe-l’œil painting, which intends to deceive the viewer into thinking the scene is real, is a specialized type of still life, usually showing inanimate and relatively flat objects.
Ο όρος νεκρή φύση, natura morta, εισάγεται στην ιταλική ορολογία της τέχνης τον 18ο αιώνα. H natura morta θεωρείται ακόμη τότε ζωγραφική δεύτερης κατηγορίας και αντιδιαστέλλεται προς την «ευγενή» natura vivente, τη ζωντανή φύση, όπου πρωταγωνιστεί ο άνθρωπος. Καλλιεργήθηκε ιδιαίτερα στις Κάτω Χώρες τον 17ο αιώνα.
Η νεκρή φύση αναπτύχθηκε στην Ελλάδα το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα για ν’ ανταποκριθεί στη ζήτηση της νέας αστικής τάξης. Η νεκρή φύση απεικονίζει με ψευδαισθησιακή έμφαση υλικά αγαθά, συμβολίζει την ευμάρεια και προορίζεται να στολίσει τραπεζαρίες ή σαλόνια.
Η Νεκρή Φύση στη Φωτογραφία είναι η φωτογράφιση αντικειμένων που έχουν κάποια σχέση μεταξύ τους, όπως κουζινικά, λουλούδια, φρούτα, αντικείμενα κ.ά. Ο φωτογράφος τα τοποθετεί με τέτοιον τρόπο ώστε να παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Έτσι, επεμβαίνει σε όλη τη διαδικασία φωτογράφισης στήνοντας και ξαναστήνοντας το θέμα του, ελέγχοντας όλες τις συνθήκες και τις παραμέτρους της λήψης, δοκιμάζει και ξαναδοκιμάζει μέχρι να πετύχει το αποτέλεσμα που επιθυμεί τακτοποιώντας, τελειοποιώντας, ρυθμίζοντας.
One of the most beautiful towns in the area of Argolis (in eastern Peloponnese) as well as one of the most romantic cities all over Greece.
Nafplio was the first capital of the newly born Greek state between 1823 and 1834.
According to mythology, the town was founded by Náfplios, the son of god Poseidon and the daughter of Danaus (Danaida) Anymone.The town’s history traces back to the prehistoric era when soldiers from here participated in the Argonautic expedition and the Trojan War alike. The town declined during the Roman times and flourished again during the Byzantine times. Frankish, Venetian and Turkish conquerors left their mark in the town and strongly influenced its culture, architecture and traditions during the centuries. Ancient walls, medieval castles, monuments and statues, Ottoman fountains and Venetian or neoclassical buildings mesmerize the visitor with their unique architecture and beauty.
Recent Comments